toSpirto Νίκος Μαστοράκης:«Νομίζω πως ό,τι κι αν κάνω στην τέχνη είναι μάταιο και σας το λέω ανερυθρίαστα. Αισθάνομαι ότι είμαι ουσιαστικά άχρηστος». της Στέλλας Χαραμή

Η βροχή έχει αρχίσει έξω για τα καλά κι εμείς μιλάμε για πόλεις τις οποίες ο χειμώνας επισκέπτεται θυμωμένος. Ο Νίκος Μαστοράκης έχει αναμνήσεις από μια παγωμένη Βιέννη και τις ανταλλάσσω με εμπειρίες από μια Μόσχα στους 40 βαθμούς υπό το μηδέν. Βέβαια, το ενδιαφέρον της κουβέντας μονοπωλεί σχεδόν μια άλλη πόλη, συννεφιασμένη, χλωμή μα πάντα γοητευτική: Ο Πειραιάς. Κι ο Νίκος Μαστοράκης επιδίωξε να βρεθεί εκεί για πολλοστή φορά. Πρώτα με το «Μεφίστο» του Εθνικού που ανέβηκε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά (ύστερα από δική του πρόταση) και τώρα με τα «Παράνομα φιλιά»• τη διασκευή των εμβληματικών «Κόκκινων φαναριών» την οποία και σκηνοθετεί. Κι υπάρχει πάλι, ο Πειραιάς των παιδικών του χρόνων, «ένας έρωτας» όπως λέει. Από τότε.

Μετά από μια σειρά πολιτικών έργων περνάτε σε μια πιο κοινωνική διάσταση του θεάτρου. Είναι τυχαίο;
Το συγκεκριμένο έργο προέκυψε. Αν και πιστεύω πως το κοινωνικό είναι αποτέλεσμα του πολιτικού και τούμπαλιν. Εξάλλου έχω κοινωνικο-πολιτική αντίληψη για το έργο.

Ποια είναι η εντύπωση ενός ανθρώπου για τον Πειραιά, ενώ έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο και έχει ανδρωθεί στην Αθήνα όπως εσείς;
Ο Πειραιάς ήταν πάντα για μένα ένας έρωτας, ένας τόπος μυθικός, συνεπικουρημένων και των αναμνήσεων που είχα από παιδί, γιατί στον Πειραιά έμεναν οι νονοί μου. Θυμάμαι να τους επισκεπτόμαστε τις Κυριακές κι επειδή βαριόμουνα μέσα στο σπίτι, έκανα ατέλειωτες βόλτες στην πόλη.

Ποιον Πειραιά ανακαλύψατε μέσα από την έρευνά σας;
Καταρχήν, η έρευνα μου απεκάλυψε μια άγνωστη περίοδο της ελληνικής ιστορίας. Δυστυχώς ελάχιστα ξέρουμε για την σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας και πολύ λιγότερα για την κοινωνιολογική κατάσταση του τόπου. Αυτά τα δύο δεδομένα λοιπόν συναντώνται στον Πειραιά με έναν τρόπο περίεργο. Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει το εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο της Τρούμπας, το οποίο σχεδόν ήταν ένα γκέτο που σταδιακά εξελίχθηκε σε αστικό μύθο. Δεν είναι τυχαίο ότι για πολλά χρόνια είχε επικρατήσει η αντίληψη πως η περιοχή είχε «μολυνθεί» από τη χρήση της.

Ο κόσμος της Τρούμπας έχει μια δική του μυθολογία και αυθυπαρξία. Ποια στοιχεία βρίσκετε γοητευτικά σε αυτόν;
Ο Πειραιάς είναι μια πόλη γένους αρσενικού. Είναι ένα λιμάνι και ο κόσμος, η κοινωνία του, αποτελείται από άνδρες. Όλοι όσοι δούλευαν στο λιμάνι συνέθεσαν μια ανδροκρατική κοινωνία. Σε αυτό το τοπίο δημιουργήθηκε μια παιδική χαρά για άνδρες. Για να πηγαίνουν τα μεγάλα αγόρια και να διασκεδάζουν, να περνούν καλά. Σαν μια Disneyland της πορνείας. Αυτό είναι τόσο απωθητικό όσο και γοητευτικό. Γιατί ποιος άνδρας δεν θα ήθελε να πάει κάπου να τον περιποιηθούν, να χορέψει, να του ανάψουν το τσιγάρο, να τον κάνουν να αισθανθεί για λίγο θεός - έστω και επί πληρωμή...

Έχουμε γυρίσει λοιπόν στο χρονικό σημείο γέννησης της αστικής συνείδησης. Τι άλλο συμβαίνει εκείνη την εποχή;
Πράγματι, η Τρούμπα γεννιέται μαζί με τη συγκρότηση του αστικού κράτους, γεγονός που επίσης συμπίπτει και με τη γυναικεία χειραφέτηση. Η χρονιά του 1955-1956 ήταν μια ειρωνεία στη γυναικεία χειραφέτηση. Έχουμε το μύθο της Σπυριδούλας, του κοριτσιού που το σιδέρωσαν, του γυναικείου ανδραπόδου και την Τρούμπα όπου έχουν εγκατασταθεί τα γυναικεία σκουπίδια της κοινωνίας. Την ίδια ώρα, προκηρύσσονται εκλογές και θα είναι η πρώτη φορά που ψηφίζουν ανεμπόδιστα και χωρίς φραγμούς οι γυναίκες. Μάλιστα, το υπουργικό συμβούλιο έχει την πρώτη γυναίκα υπουργό. Φοβερή αντίθεση.

Τι χαρακτηριστικά έχουν οι άνθρωποι του Πειραιά;
Εντρυφώντας σε εφημερίδες της εποχής και σε μελέτες, ο Πειραιάς λογιζόταν σαν μια υποδεέστερη πόλη από την Αθήνα. Και γι' αυτό ήταν και πιο αυθεντική. Η Αθήνα ήταν η βιτρίνα της ελληνικής αστικότητας και ο Πειραιάς η λάντζα, ένα σημείο μετάβασης. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο υπήρχε μια γνησιότητα εκεί, κάτι που εξακολουθεί να υφίσταται. Μην ξεχνάτε πως αυτή η κατάσταση γέννησε ίσως τη σπουδαιότερη σελίδα στη μουσική μας ιστορία: το ρεμπέτικο είναι γέννημα θρέμμα του Πειραιά. Νομίζω λοιπόν, πως είχε ένα χαρακτήρα ωραίας αναρχίας.

Σας λείπει από τους ανθρώπους αυτή η αυθεντικότητα;
Βέβαια. Αυτό είναι ιστορικά το πρόβλημα της Ελλάδας. Σταθήκαμε με ανοιχτά τα πόδια ανάμεσα στην Ανατολή και την Δύση, σαν να ξαπλώσαμε στο κρεβάτι του Προκρούστη. Ο ένας μας έσυρε από εδώ, ο άλλος από εκεί και εμείς προσπαθούσαμε να ενώσουμε αυτά τα δυο μας κομμάτια, πράγμα που δεν συνέβη ποτέ. Με μια έννοια εκπορνευτήκαμε κι εμείς ως χώρα.

Αναζητάτε κοινά τού τότε με το σήμερα;
Δεν θα έψαχνα τα κοινά, αλλά τη ρίζα των πραγμάτων. Η δεκαετία του '50 είναι από τις πιο ζοφερές περιόδους της ιστορίας μας, υπάρχει τρομακτική φτώχεια παντού, ιδίως στον Πειραιά, όπου η μετανάστευση έχει χτυπήσει κόκκινο. Κι όλα αυτά ενώ έχουν συμβεί και συμβαίνουν πάλι, δεν τα ακουμπάμε καν. Η Τέχνη δεν έχει θελήσει να αποτυπώσει την ιστορία στην Ελλάδα. Εκτός από τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, ελάχιστοι έχουν κοιτάξει το παρελθόν της.

Αυτό σας φορτίζει με μια παραπάνω ευθύνη;
Το παρελθόν είναι η μνήμη μας, είμαστε εμείς. Οπότε ναι.
Θα επισημάνω ένα κοινό γνώρισμα πάντως: Συναντάμε πάλι θαμπούς ανθρώπους.
Φυσικά. Και τους κοιτάζω με θλίψη. Η θλίψη είναι απέραντη πια. Και το κακό είναι πως αυτή τη στιγμή έχουμε μια γδαρμένη ιλουστρασιόν επιφάνεια της προηγούμενης δεκαετίας που δεν μας αφήνει να δούμε το τι συμβαίνει πραγματικά γύρω μας.

Αυτά τα πρόσωπα -μπορεί να είναι και τα δικά μας- περιγράφουν το ναυάγιο της σημερινής κοινωνίας;
Το περιγράφει η προσπάθεια να χτίσουμε μια γέφυρα για να σωθεί ο οποιοσδήποτε από το ναυάγιο. Είναι σαν το πλοίο να έχει πέσει σε μια ξέρα και με ό,τι μέσα διαθέτουμε να  προσπαθούμε να βγούμε στη στεριά. Ομολογώ πως με τρομάζει πολύ η διαπίστωση ότι ζούμε με ό,τι έχουμε και με την ελπίδα ότι κάποιοι θα επιβιώσουν. Δεν υπάρχει πουθενά στον ορίζοντα ένα σημείο σωτηρίας. Κι αυτό είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Γιατί ο καπιταλισμός προσπαθεί να επαναπροσδιοριστεί εις βάρος όλων μας.

Και παρόλα αυτά οποιαδήποτε συλλογικότητα αντίστασης δημιουργηθεί έξω από αυτό το πλαίσιο της επιβίωσης, αντιμετωπίζει φοβερή πολεμική...
Ακριβώς, σε σημείο που σκεφτόμαστε πως όσοι παλεύουμε, το κάνουμε επί ματαίω.

Πού είναι η αλληλεγγύη;
Η κοινωνία μας δεν είναι πια αλληλέγγυα. Εδώ συνέβη η δολοφονία του Κουμανταρέα και, ενώ στην πολυκατοικία του άκουγαν τις φωνές, κανείς δεν άνοιξε την πόρτα να δει τι συμβαίνει. Τις προάλλες, στη γειτονιά μου σε ένα σταυροδρόμι βρισκόταν πεσμένος ένας άνθρωπος -μάλλον ναρκομανής αλλά αυτό δεν έχει σημασία– κι ενώ είχαν σταματήσει τα αυτοκίνητα, κανείς δεν έκανε τίποτα για να τον βοηθήσει. Νομίζω πως δεν βλέπουμε πια μπροστά μας.

Αισθάνεστε και την ίδια ματαιότητα κάνοντας θέατρο;
Ναι, νομίζω και πως ό,τι κάνω στην τέχνη είναι μάταιο και σας το λέω ανερυθρίαστα. Αισθάνομαι ότι είμαι ουσιαστικά άχρηστος. Θα ήθελα να είμαι κάτι άλλο, να δρω πιο άμεσα για την κοινωνία μας γιατί αυτό χρειάζεται. Αλλά δυστυχώς είμαι πια πολύ μεγάλος για να αλλάξω τώρα κατεύθυνση.

Δεν έχετε ένα... λιμάνι μέσα στην Τέχνη;
Τίποτα απολύτως. Θεωρώ πως απλώς κάνω μια δουλειά και δεν αντιμετωπίζω τον εαυτό μου ως καλλιτέχνη. Δεν ξέρω να κάνω τίποτε άλλο και τίποτε δεν με σώζει. Το μόνο σωσίβιο που έχω είναι η προσωπική μου ζωή.

Στο μεταξύ πώς αντιμετωπίζετε τον αυτισμό του πολιτικού κόσμου που κάνει τα πάντα για να αυτοσυντηρηθεί αγνοώντας το τι συμβαίνει γύρω του;
Κανείς πολιτικός δεν ενδιαφέρεται για τίποτα παρά μόνο για την πάρτη του. Και για να περάσουμε σε μια άλλη κατάσταση πρέπει να υπάρχουν τα κατάλληλα πρόσωπα. Αυτή τη στιγμή όμως δεν έχουμε ένα πολιτικό πρόσωπο το οποίο μπορούμε να εμπιστευτούμε.
Δηλαδή, δεν περιμένετε να υπάρξει μια στροφή σε περίπτωση που έρθει η αριστερά στην εξουσία;
Υπάρχει ένα ρεύμα υπέρ του Σύριζα, αλλά από πίσω χάσκει η υποψία αν θα τα καταφέρει. Απορώ για το τι μέλλει γενέσθαι. Εξαρτάται άλλωστε κι από τις παγκόσμιες αγορές, από την Ευρώπη. Ακόμα κι αν η νέα κυβέρνηση θελήσει κάτι να αλλάξει, θα το αντέξει ο συσχετισμός; Το θέμα του χρέους δεν μπορεί να λυθεί.
Έχοντας συμμετάσχει στο Πολυτεχνείο σαν φοιτητής -το οποίο απαξιώσαμε μεν αλλά και πάλι συναντούμε την ανάγκη των ιδανικών του- πιστεύετε πως θα υπάρξει ξανά φοιτητική έκρηξη;
Το εύχομαι, αλλά φοβάμαι πως έχει αλλάξει η ζωή και ο άνθρωπος γίνεται όλο και περισσότερο αδρανής.

FOLLOW US

Youtube Instagram
Gravity custom web