Ο Γιάννης Χουβαρδάς μιλάει για τον «Γλάρο» του Τσέχωφ που «ανεβάζει» με σημαντικούς ηθοποιούς | Πηγη: tospirto.net

Ο Γιάννης Χουβαρδάς σε συνέντευξή του αναφέρθηκε στον «Γλάρο» του Τσέχωφ που ετοιμάζει να «ανεβάσει» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με μια ομάδα σπουδαίων ηθοποιών.

Παίζουν οι: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Νίκος Κουρής, Ακύλλας Καραζήσης, Νίκος Χατζόπουλος, Δημήτρης Ήμελλος, Άλκηστις Πουλοπούλου, Δημήτρης Παπανικολάου, Άννα Καλαϊτζίδου, Δημήτρης Μπίτος, Σύρμω Κεκέ.

Η παράσταση θα ανέβει στις 15 Νοεμβρίου και ο σκηνοθέτης μίλησε γι’αυτή του την επιλογή να ανεβάσει ένα ιδιαίτερο έργο.

Γιατί επιλέξατε το «Γλάρο». Είναι μία συνέχεια αυτών που έχουν προηγηθεί ή ένα ξεκάθαρο νέο ξεκίνημα;
Το κάθε έργο που διαλέγω- συνήθως- με έχει διαλέξει, πρώτα αυτό, χωρίς να το γνωρίζω. Η δική μου επιθυμία –κάθε φορά- είναι να συνδιαλεχθώ με αυτό που έχω μέσα μου. Κάτι με το οποίο δεν έχω έρθει–μέχρι εκείνη τη στιγμή – αντιμέτωπος. Δε θέλω να συνεχίσω κάτι, δεν έχω στο μυαλό μου ότι έχω βρει ένα νήμα και θέλω να το πάω παρακάτω. Με ενδιαφέρει μια καινούρια πρόκληση και την ίδια στιγμή επιζητώ τις κατάλληλες συνθήκες προκειμένου αυτή η πρόκληση να ενδιαφέρει και τους άλλους, όχι μόνο εμένα. Τους συνεργάτες μου και το κοινό. Στην προκειμένη περίπτωση- η μόνη συνέχεια που μπορεί να βρει κάποιος- είναι ότι έχω κάνει άλλα δύο έργα του Τσέχωφ. Είναι ένας συγγραφέας που δεν εξαντλείται ποτέ. Ο «Γλάρος» είναι ένα ιδιαίτερο έργο που έχει στον πυρήνα του τη σχέση ζωής και τέχνης «τι είναι τέχνη, τι είναι ζωή, πώς επικοινωνούν αυτά τα δύο. Πώς το ένα βοηθάει ή εμποδίζει το άλλο». Αφορά όλους τους ανθρώπους που ασχολούνται με την τέχνη.

Με τι σας έχει φέρει αντιμέτωπο η προετοιμασία του «Γλάρου». Τι σας κεντρίζει το ενδιαφέρον;
Ένας σκηνοθέτης συναρπάζεται με ένα έργο περισσότερο «πριν». Κατά τη διάρκεια της εργασίας -επάνω στο έργο- μπορεί να μπλέκεται μαζί του, να τον κεντρίζει και να τον δυσκολεύει. Η αποκάλυψη και αυτό που με κεντρίζει στο «Γλάρο» είναι το πόσο αβίαστα συνυπάρχουν στο έργο το τραγικό και το κωμικό. Στη δράση, τους διαλόγους αλλά και στην εξέλιξη.

Είστε αυστηρός και απόλυτος με τους συνεργάτες σας σε αυτή την  εργασία ή έχουν το δικαίωμα να σας φέρουν αντίρρηση;
Καταρχάς -σε καμία περίπτωση- δεν αισθάνομαι ότι δεν έχουν το δικαίωμα να μου φέρουν αντίρρηση, δεν είναι καν θέμα αντίρρησης. Ο τρόπος που δουλεύω είναι πολύ ανοιχτός σε παρεμβάσεις, προτάσεις και ανατροπές. Όσο περισσότερο περνούν τα χρόνια όλο αυτό γίνεται όλο και πιο εμφανές. Όμως -από την αρχή- όταν βλέπω μια πραγματικότητα, έναν κόσμο, μια ιδέα φαντάζομαι κάπως αυτό που θέλω να γίνει στο τέλος. Από τη στιγμή που θα το φανταστώ μου είναι δύσκολο να το ξεφανταστώ. Φτιάχνω λοιπόν το περίγραμμα ενός κόσμου που έχει σχέση με το έργο αλλά και με το δικό μου κόσμο. Υπάρχει άρα ένα πλαίσιο δουλειάς που δεν θέλω να αλλάξει αλλά- την ίδια στιγμή- χωράει ανθρώπους που μπορούν να φέρουν μικρές αλλαγές… να ανατρέψουν τα επιμέρους στοιχεία  στη διαδικασία. Χαίρομαι πάρα πολύ όταν οι ηθοποιοί μου ανοίγουν πόρτες που δεν είχα φανταστεί ή μου υποδεικνύουν λάθη που –αν δεν διορθωθούν- μπορεί να μας οδηγήσουν σε λάθος δρόμο. Παρ όλα αυτά –στο τέλος– υπάρχει μόνο ένας άνθρωπος που πρέπει να αποφασίζει…για όλα.

Έχετε έρθει σε σύγκρουση με τους συνεργάτες σας;
Αυτό έχει συμβεί μόνο στο εξωτερικό, όχι στην Ελλάδα. Εδώ δε γίνεται να έχω δυσάρεστες εκπλήξεις  αφού γνωρίζω με ποιους έχω να κάνω. Δεν έρχομαι αντιμέτωπος με απρόσμενες συμπεριφορές… δεν πέφτω από τα σύννεφα. Βεβαίως επειδή παλαιότερα δούλευα σε Κρατικά Θέατρα όπου ήταν περιορισμένες και αποφασισμένες οι επιλογές έτυχε να συνεργαστώ με ανθρώπους που –αν είχα το δικαίωμα της επιλογής- δεν θα το έκανα. Στη δουλειά μου δεν επιθυμώ τη σύγκρουση, θέλω τη σύνθεση απόψεων.  Είναι πιο γόνιμο. Οι στείρες αντιπαραθέσεις είναι χάσιμο χρόνου.  

Στην καθημερινότητά σας πώς είστε; Τι είναι αυτό που βλέπουν οι δικοί σας άνθρωποι και δεν βλέπουν οι υπόλοιποι; Έχω ακούσει ότι είστε πολύ αυστηρός.
Δεν είναι πάντα καλός σύμβουλος αυτό που λέγεται ή ακούγεται για κάποιον. Από τη δουλειά μου -αυτό που βγαίνει προς τα έξω- είναι ότι αναζητώ το σκοτάδι και όχι το φως όπως κάνουν κάποιοι άλλοι σκηνοθέτες. Το μόνο που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι έχω τα στοιχεία που έχουν όλοι οι άνθρωποι. Όλοι είμαστε απ’ όλα. Την ίδια στιγμή έχουμε μια προσωπική διαδρομή που ξεκινά από την παιδική μας ηλικία. Η δική μου παιδική ηλικία δεν ήταν ευχάριστη, ήταν αρκετά δύσκολη. Αλλά προχωρώντας μέσα στο χρόνο, αναγκάστηκα -όχι σε υλιστικό επίπεδο, αλλά σε επίπεδο ψυχολογικό -να αυτοδημιουργηθώ. Αυτός ίσως να έχει γεννήσει κάποιες άμυνες. Μπορεί να με έχει θωρακίσει απέναντι στο να είμαι ανοιχτός και ευάλωτος σε ανθρώπους που δεν ξέρω ή σε κάποιες δύσκολες καταστάσεις. Τα τελευταία χρόνια, συνειδητοποιώ – ότι έχει αλλάξει ο χαρακτήρας μου. Την φήμη του «κλειστού, υπερβολικά σοβαρού και αυστηρού» την έχω ακούσει και εγώ. Όμως όσοι με γνωρίζουν καλά ξέρουν ότι είναι μια βιτρίνα που σπάει πολύ εύκολα όταν νιώσω άνετα, όταν νιώσω ότι δεν απειλείται ο πυρήνας της ύπαρξής μου. Και ο πυρήνας μας είναι ο άνθρωπος που ήμασταν σε ηλικία 3-4 ετών. Αυτός είναι ο μίσχος της ύπαρξής μας.

Τι αναγνωρίζετε στον εαυτό σας από τότε και ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που περάσατε και βγήκατε νικητής. Τι θωράκισε αυτό το παιδί;
Η σχέση με τους άλλους ανθρώπους είναι το πιο σοβαρό ζήτημα. Η σχέση με τους συνομηλίκους, με το άλλο φύλο, με τους συνεργάτες. Βγήκα από μία πραγματικότητα πολύ κλειστή και περιχαρακωμένη. Η πραγματικότητα της οικογένειάς μου είχε τελείως άλλους προσανατολισμούς σε σχέση με το τι επρόκειτο να γίνω όταν μεγαλώσω. Έζησα μία δύσκολη οικογενειακή κατάσταση και αυτό έφερε προβλήματα στην επικοινωνία. Το να σπάσω τους τοίχους -που είχα γύρω μου- για να μπορώ να επικοινωνώ με τον κόσμο -επί ίσοις όροις- πήρε χρόνο και είχε μεγάλο κόστος.

Και έχετε πια το ρόλο του καλλιτέχνη. Πώς αντιμετωπίζετε τις δυσκολίες που υπάρχουν γύρω μας; Υπάρχει φως για τη ζωή μας;
Τα τελευταία 6- 7 χρόνια, πολλοί άνθρωποι βρέθηκαν σε δύσκολη θέση- οικονομική κυρίως- αλλά πιστεύω ότι είμαστε ένας κακομαθημένος λαός. Θέλαμε και εξακολουθούμε να θέλουμε τον εαυτό μας περιούσιο για πολλά πράγματα. Μας κακοφαίνεται- πάρα πολύ- που περνάμε αυτές τις δυσκολίες. Κάτι αντίστοιχο έχουν ζήσει ή ζουν και άλλοι λαοί και μάλιστα σε χειρότερες φάσεις της ιστορίας. Εμείς συνεχίζουμε να λέμε «Πω πω τι τραβάμε. Κάποιος φταίει για αυτό, φταίει ο έτσι και ο αλλιώς» και τα σπάμε και τα χαλάμε. Αυτή είναι μια αίσθηση που έχω. Τον τελευταίο καιρό- για κάποιο λόγο- μοιάζει ότι βγαίνουμε από αυτή την κρίση, χωρίς να είναι κάποιος σίγουρος για τίποτα. Η κρίση είναι βαθύτερη από όσο νομίζουμε- σε Παγκόσμιο επίπεδο- αλλά κάπως όλοι έχουμε την αίσθηση ότι κάτι γίνεται. Η θετική όψη είναι ότι βλέπω να υπάρχει μεγαλύτερη επικοινωνία μεταξύ τω ανθρώπων- καλύτερη επικοινωνία. Δεν ξέρω αν οφείλεται σε κάτι χειροπιαστό, όπως το ότι τα τελευταία τρία χρόνια έχουμε μια Αριστερή κυβέρνηση εντός ή εκτός εισαγωγικών, που έχει δημιουργήσει ένα κλίμα ότι έχουν ηρεμήσει τα πνεύματα. Δεν μπορώ να πω ότι οφείλεται στο γεγονός ότι οι κακουχίες μας έχουν ωριμάσει. Το «θετικό» είναι εμφανές στους νεότερους ανθρώπους. Νομίζω ότι οι μεγαλύτεροι – αυτοί που είναι από τα 60 και πάνω –είναι όπως ήταν. Όμως οι νεότεροι έχουν φάει τα περισσότερα χτυπήματα και έχουν έρθει αντιμέτωποι με το πολύ άσχημο πρόσωπο της κοινωνικής διαδικασίας. Ίσως για αυτό το λόγο νιώθω ότι είναι πιο χαλαροί και ψύχραιμοι, χωρίς να είμαι σίγουρος. Τώρα αν πρέπει να πω που πάει ο κόσμος –και αυτό είναι ένα ζήτημα που με ενδιαφέρει πολύ- δεν θα δηλώσω πολύ αισιόδοξος. Αντιθέτως είμαι εξαιρετικά απαισιόδοξος. Ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν ότι έχει αρχίσει να μετράει αντίστροφα το ρολόι της ιστορίας και κάποια στιγμή θα γίνει το μεγάλο αντι- bang. Τολμώ να πω ότι- με άλλους όρους -βιώνουμε τις τελευταίες μέρες της Πομπηίας, της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κ.τ.λ. Ένα πολύ βασικό θέμα που έχει να κάνει με όλο αυτό είναι η οικολογία. Η κλιματική αλλαγή έχει και θα έχει δραματικές επιπτώσεις. Υπάρχει και ο υπερπληθυσμός, η εξάντληση των φυσικών πόρων. Όλα αυτά που αρχίζουν να συζητιούνται- δύσκολα- και εμφανίζονται – αχνά- στον ορίζοντα είναι τα πιο σημαντικά. Ασχολούμαστε με άλλα πράγματα που φαινομενικά είναι πιο σημαντικά και άμεσης προτεραιότητας αλλά αυτή είναι -κατ εξοχήν- η πραγματικότητα στην Ελλάδα. Το ίδιο συμβαίνει και στο εξωτερικό. Τώρα –λοιπόν- αρχίζουν και ξυπνούν κάποιες συνειδήσεις αλλά είναι αργά. Οι άνθρωποι που ασχολούνται σοβαρά με αυτό δεν είναι σίγουροι ότι μπορούμε να αντιστρέψουμε την πορεία που έχει ήδη ξεκινήσει. Το εργαλείο καταστροφής είναι η δύναμή μας να πολλαπλασιαζόμαστε. Η αύξηση φέρνει και μεγαλύτερη δραστηριότητα που με τη σειρά της αυξάνει όλες τις αρνητικές συνέπειες. Συζητάμε για ένα θέμα άκρως πολιτικό. Γιατί όταν δεν θα υπάρχει προοπτική ανθρώπινης εξέλιξης η πολιτική θα πάει περίπατο.

Τι έχουν να περιμένουν οι θεατές από το  «Γλάρο», σε αυτό το πλαίσιο ζωής και επιβίωσης; Είναι μια επίκαιρη παράσταση;
Σας λέω – εξ αρχής – ότι όποιος θα μπει στη διαδικασία να έρθει στην παράσταση για να πιστοποιήσει αν είναι ή όχι επίκαιρη- εν έτει 2017- έχει προιμίου απογοητευθεί.  Τον έχω απογοητεύσει. Προφανώς έχει γίνει μία επεξεργασία στο έργο, οι παλαιότεροι και οι πιο συντηρητικοί θα έλεγαν ότι έχει γίνει διασκευή. Δεν έχει γίνει διασκευή, είναι ατόφιο το κείμενο του Τσέχωφ με κάποιες –μικρές- αλλαγές. Υπάρχει μία μετατόπιση του έργου από το χώρο και το χρόνο του στο σήμερα και το πάντα. Το «πάντα» το λέω με ταπεινότητα αλλά για εμένα αυτό είναι το επίκαιρο. Το ζητούμενο για τον θεατή –σε αυτό το έργο- δεν είναι να αναγνωρίσει ιστορίες και πρόσωπα που υπάρχουν στο σήμερα.  Η μετατόπιση αυτή είναι πολύ απλή. Το έργο μιλάει για τέχνη και για τη σχέση με την ζωή. Ο  χώρος που εξελίσσεται η δράση είναι ένα αγρόκτημα σε μια επαρχία της Ρωσίας στις αρχές του 20ου αιώνα – τέλη του 19ου- και είναι ένα θέατρο. Παίρνοντας αφορμή από το ίδιο το έργο- μέσα του υπάρχει ένα έργο που γράφει ένας από τους ήρωες και παίζεται πάνω σε μία αυτοσχέδια και ερασιτεχνική σκηνή. Επί αυτής της σκηνής λοιπόν όλα μεγεθύνονται και όλα συμβαίνουν. Όλες οι δράσεις αποκτούν ένα μεταφορικό χαρακτήρα, οι τόποι είναι μεταφορικοί. Δεν είναι περίπλοκο, έχει έναν πολύ απλό τρόπο, σε σημείο που να υπάρχει μία άκρα αφαίρεση. Όμως – την ίδια στιγμή- είναι μια πληθωρική παράσταση από την οποία έχουν εξαχθεί όλα τα περιγραφικά στοιχεία, είτε οπτικά, είτε ηχητικά, είτε αισθητικά. Είναι μια παράσταση όσο γίνεται πιο ωμή.  Ένα άλλο στοιχείο- πολύ διαχρονικό- που δε μπορούμε να καταλάβουμε γιατί όλοι ζούμε μέσα σε τεράστιες δυσκολίες- είναι ότι η ζωή έχει δύο όψεις- σε οτιδήποτε- τη μαύρη και την άσπρη, την κωμική και την τραγική. Αυτό που βιώνουμε εμείς ως κάτι πολύ τραγικό κάποιοι άλλοι που το βλέπουν απ έξω μπορεί να χτυπιούνται από τα γέλια.

Το κωμικό ή το τραγικό έχει το πάνω χέρι στην ζωή αλλά στο έργο;
Ο κεντρικός ήρωας του έργου είναι βασικός φορέας της ελπίδας αφού είναι ένας νέος καλλιτέχνης, που έχει όραμα και ιδέες για να αλλάξει τον κόσμο. Όμως από τη στιγμή που αυτοκτονεί- εκ των πραγμάτων υπάρχει μια σκιά, επικρατεί το τραγικό.

Στην πραγματική ζωή;
Η ζωή συνεχίζεται πάντα, το δράμα και το αστείο εναλλάσσονται συνεχώς, δεν έχει κανείς το πάνω χέρι. Το έργο κάποια στιγμή τελειώνει. Η ζωή όμως συνεχίζεται. Η σκιά θα πέσει πάνω στον θεατή –το βαραίνει το πράγμα- αλλά αυτός θα βγει από την αίθουσα και θα έχει την ευκαιρία για την επόμενη κωμική στιγμή.

Το δικό σας επόμενο βήμα;
Η επόμενη δουλειά μου είναι κάτι που θα κάνω στο Bios, με νέους ηθοποιούς στα τέλη Φεβρουαρίου. Είναι ένα εργαστήριο που θα καταλήξει σε παράσταση η οποία θα παιχθεί σε όλους τους χώρους του Bios επί 5 εβδομάδες. Θα παρουσιάσω το έργο «Κάζιμιρ και Καρολίνα» του Έντεν φον Χόρβατ, ένα αριστούργημα του γερμανόφωνου θεάτρου. Μετά τον Φεβρουάριο θα κλείσω την φετινή σεζόν με μία όπερα στο Ίδρυμα Νιάρχος. Θα παρουσιαστεί το Μάιο και είναι μία πολύ ιδιαίτερη και δύσκολη όπερα που λέγεται «Υπόθεση Μακρόπουλος» του Τσέχου συνθέτη Λέος Γιάνατσεκ.  Ένα πολύ σκοτεινό έργο που- όμως- έχει ένα φωτεινό τέλος.

 

  • gl1

FOLLOW US

Youtube Instagram
Gravity custom web