ΡΕΝΑ // artandpress.gr/ Μαρία Μαυρίδου

ΡΕΝΑ – Υρώ Μανέ: “Ίσως να μπορούνε να ερωτεύονται μονάχα οι λεύτεροι, κι ο έρωτας να ναι πάνω απ’ όλα ελευθερία”

“…Εγώ, ακόμα και τώρα που είμαι τσουρόγρια 100 χρονών και βάλε, έχω έρωτα με το αύριο, να δω άλλο ένα χάραμα, να πιω, άλλο ένα τσιγαράκι με τον καφέ μου, και να κοιτάω απ΄ το μπαλκόνι…” (Ρένα)

«Έκλεισα το βιβλίο του Αύγουστου Κορτώ κατακλυσμένη από ένα συναίσθημα χαράς. Μιας πολύ ιδιαίτερης χαράς που πήγαζε από την αισιόδοξη ματιά μιας γυναίκας λαϊκής, μιας αλεξίσφαιρης πουτάνας, όπως τη λέει ο Α.Κ. Μέσα από μια πολύπαθη ζωή, γεμάτη μεταβάσεις και σκαμπανεβάσματα, σκοτεινές στιγμές οδύνης και δυσχερειών, δεν άφησε τη χυδαιότητα του ιδρώτα των ανδρών που πέρασαν από το κορμί της να τη διαπεράσει. Έζησε τον έρωτα και τη δύναμη της φιλίας, χωρίς να σταματήσει να απολαμβάνει τη ζωή ως δώρο, καθώς η ιστορία της Ελλάδας εξελίσσεται στο πέρασμα των χρόνων και την κάνει συμμέτοχο, με τον δικό της τρόπο, αφήνοντας, παρ’ όλα αυτά, στο τέλος ένα κατακάθι χαράς.

Η αλήθεια, το πάθος για τη ζωή και τον έρωτα και η αφοπλιστική της απλότητα, σε κάνει να έχεις ξεχάσει την επαγγελματική της ιδιότητα, παίρνοντας μαθήματα επιβίωσης και αισιοδοξίας, καθώς παράλληλα αντιλαμβάνεσαι, πως οι άνθρωποι δεν είναι η  επαγγελματική τους ταυτότητα και μόνο. Όλοι ζουν, ερωτεύονται, ονειρεύονται, σχεδιάζουν και δρουν βάσει της προσωπικής τους φιλοσοφίας και ιδιοσυγκρασίας στις εκάστοτε καταστάσεις. Δεν σηματοδοτείς με το επάγγελμά σου, απαραίτητα, το τι πρεσβεύεις στη ζωή σου. Όπως μια γυναίκα που γεννήθηκε και ζει στο περιθώριο, μπορεί να έχει όνειρα και να παλεύει για έναν δίκαιο, καλύτερο κόσμο», η Υρώ Μανέ λίγο πριν την πρεμιέρα της παράστασης  Ρένα που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο  τουΑύγουστου Κορτώ, στις 10 Δεκεμβρίου  στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, μιλά για τη «συνάντηση» μαζί της. Μια συζήτηση από την οποία δεν θα μπορούσαν να λείπουν η Νικαίτη Κοντούρη (σκηνοθέτης) και ο Στέλιος Χατζηαδαμίδης (διασκευή).

“…ίσως να μπορούνε να ερωτεύονται μονάχα οι λεύτεροι, κι ο έρωτας να ’ναι πάνω απ’ όλα ελευθερία…”

«Ήξερα, αμέσως, πως η Ρένα είναι ο ρόλος που θέλω», συνεχίζει  η Υρώ Μανέ, «Ένας ρόλος στην κόψη του ξυραφιού. Εκεί, όπου πρέπει να βρεις τις λεπτές ισορροπίες ανάμεσα στο δράμα και την κωμωδία, ακροβατώντας επικίνδυνα στο νήμα ανάμεσα στο τραγικό και το κωμικό, προκειμένου να μην πέσεις στην παγίδα του χυδαίου, του αγοραίου  ή του κωμικά γελοίου, απεμπολώντας τη μονοδιάστατη προσέγγιση του ρόλου της πόρνης, ακουμπώντας με σεβασμό στην αθωότητα της ψυχής της. Έχοντας καθιερωθεί κι αγαπηθεί από το κοινό μέσα από κωμικούς ρόλους, κάτι που με τιμά, γιατί η κωμωδία είναι ένα δύσκολο είδος, έχω ως καλλιτέχνης την ανάγκη της πρόκλησης που δίνει την ευκαιρία να αναδειχθεί όλο το φάσμα των δυνατοτήτων μου, βγαίνοντας από τη ζώνη ασφαλείας, κάτι που έγινε και με τον μονόλογο «Ο Συμβολαιογράφος». Όταν συνάντησα τον Αύγουστο τον ρώτησα: «Πες μου αλήθεια, την έχεις γνωρίσει αυτή τη γυναίκα; Γιατί, αν είναι υπαρκτό πρόσωπο, θέλω να τη γνωρίσω!».

“…Κάθε λέξη μου που ακούς, είναι αυτός ο έρωτας ο κερατάς που ανασαίνει. Μια ζωή που λες, μου την έχει στημένη ο κερατάς!” (Ρένα)

Με είχε συναρπάσει και, σίγουρα, γοητεύσει αυτή η δύναμη, η γενναιότητα ψυχής, η γενναιοδωρία και η θεώρηση της ζωής που μου θύμιζε την ίδια την Ελλάδα. Τη χώρα που, στο πέρασμα των αιώνων,  γίνεται θύμα εκμετάλλευσης, διεκδικητών, προδοσίας, πέφτει, ματώνει, περνά κρίσεις και  δυσκολίες, άλλοτε υποψιασμένη κι άλλοτε με άγνοια κινδύνου και πάντα παλεύει, βρίσκει τον τρόπο  να τα ξεπεράσει, επιβιώνει, ζει, ξανασηκώνεται και συνεχίζει να προχωρά, εκ νέου, με ελπίδα και δύναμη.

“…ο κόσμος αλλάζει όταν νοιάζεσαι για τον αδύναμο και πολεμάς για το δίκιο του νηστικού…”

 

Η Ρένα έχει αποδεχθεί αυτό που είναι (αν και διακρίνεται μια ρωγμή που πάντα θα υπάρχει) και πάντα έχει μια αξιοθαύμαστη θετική στάση απέναντι στα πράγματα, παίρνοντας  την κατάσταση στα χέρια της. Αποδέχεται την ιδιότητα της πόρνης, αφού γεννήθηκε στον οίκο ανοχής που δούλευε η μάνα της και χωρίς μόρφωση ήταν μονόδρομος γι αυτή που ένιωθε τυχερή, αφού δούλευε εκεί κι όχι στο πεζοδρόμιο. Όλα τα «λερωμένα» της ζωής της τα κουβαλά στις αποσκευές της λουσμένα με φως. Είναι συμφιλιωμένη με τον εαυτό της και, χωρίς να μεμψιμοιρεί,  αντιμετωπίζει τα πάντα με το χιούμορ και τη λαϊκή σοφία μιας αγνής ψυχής γεμάτης αγάπη.

“…Δεν ήμουνα και κάνα κορίτσι μορφωμένο, να με πάρει ο άλλος γραμματέα…”  

Όμως, κανένας άντρας δεν θα έκανε κουμάντο στη δουλειά της. Εμπλέκεται  «παρθένα» στην πολιτική, αφού η εμπλοκή της στο αριστερό πολιτικό κίνημα γίνεται με αφορμή τον μεγάλο της έρωτα τον Μάρκο. Όχι μέσα από ιδεοληψία, αλλά μέσα από την καρδιά της. Δεν είναι καθόλου απλό αυτό. Αντίθετα, είναι μεγαλειώδες και το κάνει ακόμη πιο σημαντικό ο τρόπος της που δεν το φτωχαίνει στο παραμικρό. Αυτό που την ενδιαφέρει και την καίει είναι το δίκιο. Δεν κρατά μίσος κι εκδίκηση στην καρδιά της, παρά τις απώλειες και τη σκληρότητα που ζει. Αντίθετα συμπονά, μοιράζεται προσφέρει σ όποιον έχει ανάγκη, ακόμη κι όταν παίρνει μια μικρή σύνταξη. Αλωνίζει την Αθήνα για να δώσει φαγητό και πέφτει πάνω στο Athens pride που της θυμίζει τη χαρά του απελευθερωμένου έρωτα και οι νεαροί που έρχονται στο σπίτι της γίνονται μάρτυρες της αφήγησής της. Οι τραγικές στιγμές που απεγνωσμένα ψάχνει τον αγνοούμενο Μάρκο και βιώνει την απώλεια του φίλου της Αλεξανδρινού, οι στιγμές ευδαιμονίας με τον νεαρό της φιλόσοφο. Kανένας άντρας δεν μπήκε τυχαία στη ζωή της. Κάθε ένας από αυτούς σηματοδότησε την πορεία της στον κόσμο και τη νέα πραγματικότητα που ανοιγόταν μπροστά της. “…μέσα σε μερικές στιγμές άνοιξε στη σάρκα της Ελλάδας μια πληγή που δεν έμελλε να κλείσει…” Μια αφήγηση με πολλά flash back που ενορχηστρώνει  η  Νικαίτη Κοντούρη».

«Με εκπλήσσει απίστευτα, κάθε μέρα, το πόσο ουσιαστικά και βαθιά δουλεύει η Υρώ Μανέ στη σύνθεση ενός τόσο απαιτητικού, γεμάτου εναλλαγές ρόλου.Ανήκει στην κατηγορία των ηθοποιών που διαθέτουν εκτός από τη γνώση και την εμπειρία την κωμική φλέβα, τη ρυθμολογία που απαιτείται και την ικανότητα να αντιληφθεί το τραγικό και να διαχειριστεί το κωμικό, σε μια τέλεια ισορροπία κι αυτό δεν διδάσκεται είναι πηγαίο», συνεχίζει στη συζήτησή μας η σκηνοθέτης Νικαίτη Κοντούρη, «Πήρα στα χέρια μου το κείμενο και το διάβασα απνευστί. Το μυαλό μου γέμισε εικόνες που χρειαζόταν, όμως, και τη συνδρομή ενός δραματολόγου και έτσι προσκάλεσα τον Στέλιο Χατζηαδαμίδη που ανέλαβε τη διασκευή, προκειμένου σε μια ενδιαφέρουσα, γραμμική αφήγηση να ενταχθούν τα τρία ακόμη πρόσωπα που σημάδεψαν τη ζωή της Ρένας και οι νεαροί δημοσιογράφοι που η συνέντευξή τους είναι η αφορμή της διήγησής της.

Μιας διήγησης που εμπεριέχει μια ιστορική αναδρομή από τη μετά τους Βαλκανικούς πολέμους εποχή, το Μικρασιατικό, την Κατοχή, τη Χούντα, ως σήμερα, ιδωμένη μέσα από τα μάτια ενός λαϊκού ανθρώπου που έμαθε ν’ αγωνίζεται και να ξαναγεννιέται, με παντελή έλλειψη  μνησικακίας (με εξαίρεση τον φονιά στα επεισόδια με τους καπνεργάτες στη Θεσσαλονίκη). Την πνίγει το άδικο και πολεμά για το δίκιο. Και αποδεικνύει πως δεν υπάρχει χυδαία γλώσσα, αλλά χυδαίοι άνθρωποι. Ο λόγος της είναι αυτός που έμαθε στους χώρους που άγουρη ακόμη μπήκε και πορεύτηκε κι η αλήθεια του σε συγκλονίζει, χωρίς ν’ αφήνει την παραμικρή αίσθηση του χυδαίου. Με το δικό της αυθεντικό τρόπο εξωραΐζει τα πάντα, παίρνει θέση και ξέρει πως ότι κι αν συμβαίνει δεν είναι το τέλος του κόσμου, αλλά ένας ακόμη κρίκος στην αλυσίδα της ζωής, όπου όλα δεν μπορεί να είναι πάντα ρόδινα. Ο έρωτας και το να απολαμβάνεις τα απλά πράγματα γύρω σου, κοιτώντας μπροστά και ζώντας το σήμερα, συμφιλιωμένος με το παρελθόν και τον εαυτό σου. Μπαίνει άγουρη στον στίβο και μαθαίνει ν’ ανοίγεται στον κόσμο. Είναι μια ιστορία που ο καθένας θα βρει κομμάτια της ζωής και των καταστάσεων που έχει βιώσει ή τον απασχολούν.

Η Ρένα μου θυμίζει τους γονείς μου. Έχοντας βιώσει τη σκληρή πραγματικότητα της εποχής τους (πόλεμο, Εμφύλιο κ.ά.) δεν ζούσαν αναμοχλεύοντας σκοτεινές αναμνήσεις, μισαλλοδοξία ή κάνοντας κήρυγμα στη νέα γενιά, σκαλίζοντας πληγές και φυτεύοντας ενοχές. Δόξαζαν το Θεό και τιμούσαν τη ζωή που τους είχε χαριστεί, ενώ είχαν χάσει τόσους ανθρώπους. Δεν μιλούσαν για κούραση κι ασχήμια. Μας συμβούλευαν πάντα: «Γυρίστε σελίδα. Μην κολλάτε! Κοίτα Μπροστά!» με μια παραίνεση για το καλό, να λειτουργεί ως ευλογία».

«Η Ρένα έχει βιώσει μια από αυτές τις ζωές που σε ξεπερνάνε”, συνεχίζει ο Στέλιος Χατζηαδαμίδης (διασκευή), “Είναι τόσο εύστοχος ο τρόπος με τον οποίο ο Αύγουστος Κορτώ θίγει τόσο σημαντικά και συχνά «ευαίσθητα» θέματα. Όπως, η χαρά του να γεύεσαι την ουσία της ζωής και του έρωτα στον απόλυτο βαθμό, απελευθερωμένος κι ανοιχτός. Μια γυναίκα απλή και γενναία κάνει τη δική της επανάσταση, χωρίς να το κατανοεί πλήρως, ακολουθώντας την καρδιά της και το αίσθημα της επιβίωσης, βάζοντας σε πρώτο πλάνο τον άνθρωπο, το δίκιο και τον έρωτα. Μελετώντας το κείμενο, κατέληξα σε τρεις λίστες που ένιωθα πως αποτελούσαν τους βασικούς άξονες του έργου. Η μία με τραγούδια (ζωντανά μουσική επί σκηνής), η άλλη με φαγητά (Το φαγητό ακολουθεί αναμνήσεις, γεγονότα και συγκυρίες ως σήμερα. Από το ατζέμ πιλάφι και τους αστακούς, ως την αλευρόκολλα και την αφαγία) και η τρίτη με έρωτες.Βλέποντας την Υρώ Μανέ στη σκηνή, αντιλαμβάνεσαι πως το μέγεθος του ηθοποιού κρύβεται στις λεπτομέρειες. Ζωντανεύει στη σκηνή μια γυναίκα ιερόδουλη που πέρασε εξορία, μπήκε σε ψυχιατρείο, βούτηξε στον  έρωτα και δεν έπαψε να είναι αισιόδοξη, ανοιχτή και γενναιόδωρη».

“Ν’ αγαπήσετε και ν΄αγαπηθείτε”.

    @Μαρία Μαυρίδου

 

 Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά από τις 10 Δεκεμβριου του 2018

ΡΕΝΑ του Αύγουστου Κορτώ, σε θεατρική διασκευή του Στέλιου Χατζηαδαμίδη

Σκηνοθεσία:  Νικαιτης Κοντούρη

Βοηθός  σκηνοθέτη Θάλεια Γρίβα.

Στον ρόλο της Ρένας η Υρώ Μανέ!

Υπόθεση

Μια ομάδα ρεπόρτερ-συγγραφέων  γνωρίζουν τη Ρένα τη Σμυρνιά στο  Athens pride parade.Η Ρενα , τους καλεί  σπίτι της ,και με τον δικό της τρόπο, ξετυλίγει το νήμα της περιπετειώδους ζωής της. Μέσα από τη σπαρταριστή αφήγησή της , αποφασίζει  να τους μοιράσει ρόλους ,κι έτσι οι νέοι που την ακολούθησαν ,αρχίζουν να «υποδύονται» τους μεγάλους έρωτες της ταραγμένης της ζωής. Η ΡΕΝΑ,  στο κλαρί από τα γεννοφάσκια της, μας παίρνει μαζί της σε ένα ταξίδι μοναδικά απολαυστικό, γεμάτο εικόνες, μουσικές και  τραγούδια της Ελλάδας του 20ου αιώνα.

Σκηνικά –κοστούμια Κωνσταντίνου Ζαμάνη, Μουσική  Παναγιώτη Τσεβά, Φωτισμούς Στέλλας   Κάλτσου, Επιμέλεια κίνησης Φρόσως Κορρού, ΒΊΝΤΕΟ Στέφανου Παπαδόπουλου, φωτογραφίες Μαντώς Βασίλη

Συμπρωταγωνιστούν οι εξαιρετικοί ηθοποιοί της νεότερης και νεότατης γενιάς Άγης Εμμανουήλ, Κωνσταντίνος Φάμης, Μιχάλης Αβρατόγλου.

Μαζί τους στη σκηνή ο συνθέτης και μουσικός Παναγιώτης Τσεβάς.

FOLLOW US

Youtube Instagram
Gravity custom web