toSpirto- Είδα: την «Κοιλάδα των εκπλήξεων» σε σκηνοθεσία Πίτερ Μπρουκ της Στέλλας Χαραμή

Μια παράσταση που φέρει την υπογραφή του μέγα σκηνοθέτη των ημερών μας, Πίτερ Μπρουκ, δημιουργεί εκ προοιμίου μεγάλες προσδοκίες. Η μαζική προσέλευση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά είναι ο πρώτος τρόπος έκφρασης αυτών, οι οποίες ωστόσο δεν δικαιώθηκαν,  παρά αποσπασματικά.
Σκαρφαλωμένοι μέχρι τον ψηλότερο εξώστη, με τον περίτεχνο θόλο της οροφής να στεφανώνει τα κεφάλια μας, οι θεατές της «Κοιλάδας των εκπλήξεων» βρεθήκαμε μπροστά σε ένα λιτό, χαμηλότονο, αλλά αναμφίβολα προσεγμένο και φινετσάτο θέαμα που έχει σαφείς φιλοσοφικές και υπαρξιακές αναζητήσεις. Στο επίκεντρό του βρίσκονται περιστατικά ανθρώπων που παρουσιάζουν ειδικά δεδομένα μνήμης και αντίληψης της πραγματικότητας, καθιστώντας τους πραγματικά ιατρικά φαινόμενα προς μελέτη.
Το φαινόμενο της συναισθησίας, της, νευρολογικής φύσεως, ανάμιξης των αισθήσεων (για παράδειγμα άνθρωποι που βλέπουν χρώματα όταν παίζουν μουσική ή έχουν απεριόριστη διαθεσιμότητα μνήμης) είναι η αφετηρία στη δραματουργία του έργου, που ο Μπρουκ συνυπογράφει με τη συνεργάτιδά του Μαρί Ελέν Ετιέν. Στην πορεία η σπουδή αυτή εμπλέκεται με στίχους από το ποίημα του Πέρση Φαρίντ Ουντίν Αττάρ «Το συνέδριο των πουλιών». Έτσι το επιστημονικό δεδομένο αναμειγνύεται με τις υπαρξιακές προεκτάσεις του, αλλά και με φιλοσοφικές και πνευματικές αναρωτήσεις που μοιραία προκύπτουν για τις δυνατότητες του ανθρώπινου νου.
Αυτό που θεματολογικά ακούγεται «δύσκολο», ειδικό και ίσως εξεζητημένο, στην παράσταση του Πίτερ Μπρουκ αποδίδεται με απλότητα, χιούμορ και συγκίνηση. Τρεις αξίες που ωστόσο «χάσκουν» μέσα στο γενικό πλαίσιο της δραματουργίας. Συγκεκριμένα, το κείμενο –που στηρίζεται σε πραγματικές περιπτώσεις ανθρώπων– μοιάζει να απέχει πολύ από το θεατρικό υλικό και να αναλαμβάνει σχεδόν χαρακτήρα δραματοποιημένης διάλεξης. Τα προβλήματα στη σύνδεση των νούμερων και των κειμένων, ο αργός ρυθμός και η γενικότερη ατελής δομή της παράστασης αποδυναμώνουν επιπλέον το αποτέλεσμα που τελικά οφείλει πολλά στους πρωταγωνιστές του.
Αδιαμφισβήτητη πρωταγωνίστρια και ευνοημένη ως προς το μοίρασμα των ρόλων η «δική» μας Κάθριν Χάντερ, ιδιαίτερα εκφραστική, με ευαισθησία και ένα έντονο ηχόχρωμα στη φωνή της αναδεικνύεται στο κυριότερο ατού της παράστασης. Ισορροπημένοι αν και πιο επίπεδοι οι άνδρες της διανομής, Μαρτσέλο Μάνι και Τζάρεντ Μακ Νέιλ. Μια ποιητική νότα προσδίδει η παρουσία των δύο επί σκηνής μουσικών.
Παρά τις καλές προθέσεις και τη συνέπεια στην προβληματική του δημιουργού της (εφόσον η παράσταση αποτελεί συνέχεια του προ εικοσαετίας «Ο άνθρωπος που…») η κατασκευή αυτή δεν ανταποκρίνεται στο μέγεθος και το ζωντανό μύθο του Πίτερ Μπρουκ.
Στέλλα Xαραμή

Λιτή, χαμηλότονη και με χιούμορ παράσταση, αλλά με δραματουργικά και δομικά προβλήματα.Μια παράσταση που φέρει την υπογραφή του μέγα σκηνοθέτη των ημερών μας, Πίτερ Μπρουκ, δημιουργεί εκ προοιμίου μεγάλες προσδοκίες. Η μαζική προσέλευση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά είναι ο πρώτος τρόπος έκφρασης αυτών, οι οποίες ωστόσο δεν δικαιώθηκαν,  παρά αποσπασματικά.Λιτή, χαμηλότονη και με χιούμορ παράσταση, αλλά με δραματουργικά και δομικά προβλήματα.Λιτή, χαμηλότονη και με χιούμορ παράσταση, αλλά με δραματουργικά και δομικά προβλήματα.
Μια παράσταση που φέρει την υπογραφή του μέγα σκηνοθέτη των ημερών μας, Πίτερ Μπρουκ, δημιουργεί εκ προοιμίου μεγάλες προσδοκίες. Η μαζική προσέλευση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά είναι ο πρώτος τρόπος έκφρασης αυτών, οι οποίες ωστόσο δεν δικαιώθηκαν,  παρά αποσπασματικά.
Σκαρφαλωμένοι μέχρι τον ψηλότερο εξώστη, με τον περίτεχνο θόλο της οροφής να στεφανώνει τα κεφάλια μας, οι θεατές της «Κοιλάδας των εκπλήξεων» βρεθήκαμε μπροστά σε ένα λιτό, χαμηλότονο, αλλά αναμφίβολα προσεγμένο και φινετσάτο θέαμα που έχει σαφείς φιλοσοφικές και υπαρξιακές αναζητήσεις. Στο επίκεντρό του βρίσκονται περιστατικά ανθρώπων που παρουσιάζουν ειδικά δεδομένα μνήμης και αντίληψης της πραγματικότητας, καθιστώντας τους πραγματικά ιατρικά φαινόμενα προς μελέτη.
Το φαινόμενο της συναισθησίας, της, νευρολογικής φύσεως, ανάμιξης των αισθήσεων (για παράδειγμα άνθρωποι που βλέπουν χρώματα όταν παίζουν μουσική ή έχουν απεριόριστη διαθεσιμότητα μνήμης) είναι η αφετηρία στη δραματουργία του έργου, που ο Μπρουκ συνυπογράφει με τη συνεργάτιδά του Μαρί Ελέν Ετιέν. Στην πορεία η σπουδή αυτή εμπλέκεται με στίχους από το ποίημα του Πέρση Φαρίντ Ουντίν Αττάρ «Το συνέδριο των πουλιών». Έτσι το επιστημονικό δεδομένο αναμειγνύεται με τις υπαρξιακές προεκτάσεις του, αλλά και με φιλοσοφικές και πνευματικές αναρωτήσεις που μοιραία προκύπτουν για τις δυνατότητες του ανθρώπινου νου.
Αυτό που θεματολογικά ακούγεται «δύσκολο», ειδικό και ίσως εξεζητημένο, στην παράσταση του Πίτερ Μπρουκ αποδίδεται με απλότητα, χιούμορ και συγκίνηση. Τρεις αξίες που ωστόσο «χάσκουν» μέσα στο γενικό πλαίσιο της δραματουργίας. Συγκεκριμένα, το κείμενο –που στηρίζεται σε πραγματικές περιπτώσεις ανθρώπων– μοιάζει να απέχει πολύ από το θεατρικό υλικό και να αναλαμβάνει σχεδόν χαρακτήρα δραματοποιημένης διάλεξης. Τα προβλήματα στη σύνδεση των νούμερων και των κειμένων, ο αργός ρυθμός και η γενικότερη ατελής δομή της παράστασης αποδυναμώνουν επιπλέον το αποτέλεσμα που τελικά οφείλει πολλά στους πρωταγωνιστές του.
Αδιαμφισβήτητη πρωταγωνίστρια και ευνοημένη ως προς το μοίρασμα των ρόλων η «δική» μας Κάθριν Χάντερ, ιδιαίτερα εκφραστική, με ευαισθησία και ένα έντονο ηχόχρωμα στη φωνή της αναδεικνύεται στο κυριότερο ατού της παράστασης. Ισορροπημένοι αν και πιο επίπεδοι οι άνδρες της διανομής, Μαρτσέλο Μάνι και Τζάρεντ ΜακΝέιλ. Μια ποιητική νότα προσδίδει η παρουσία των δύο επί σκηνής μουσικών.
Παρά τις καλές προθέσεις και τη συνέπεια στην προβληματική του δημιουργού της (εφόσον η παράσταση αποτελεί συνέχεια του προ εικοσαετίας «Ο άνθρωπος που…») η κατασκευή αυτή δεν ανταποκρίνεται στο μέγεθος και το ζωντανό μύθο του Πίτερ Μπρουκ.
Στέλλα Xαραμή





FOLLOW US

Youtube Instagram
Gravity custom web